Το σχόλιο της Δευτέρας: Με αφετηρία μια ταινία – “Αγόρια στο Ντους”

της Σοφίας Χατζοπούλου,

Ο σάλος που δημιουργήθηκε με την προβολή της σουηδικής ταινίας “Αγόρια στο ντους” τη βδομάδα που μας πέρασε έφερε στο προσκήνιο για άλλη μια φορά πόσο δύσκολο είναι να προσπαθείς μέσω της εκπαίδευσης – αλλά και όχι μόνο – να κάνεις τομές σε μια χώρα βαθιά συντηρητική όπως η Ελλάδα, και μάλιστα χωρίς καμία θεσμική υποστήριξη.

Η καθηγήτρια που τόλμησε να αμφισβητήσει τα στερεότυπα και την “καθεστηκυία τάξη” έγινε αντικείμενο συζήτησης σε διάφορα πάνελ ειδησεογραφικά και μη, με ανθρώπους που είχαν άποψη για την παιδαγωγική της, τη διαδικασία δηλαδή πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την προβολή χωρίς καν να γνωρίζουν για το τι έγινε μέσα στην τάξη, όπως επίσης και για το περιεχόμενο της ταινίας χωρίς καν να την έχουν δει. Ο καθένας δηλαδή παρέλασε από τα ΜΜΕ λέγοντας ό,τι ήθελε με βάση το δικό του αξιακό πλαίσιο και τις προκαταλήψεις του.

Παρόλο που η πλειοψηφία έσπευδε να την χαρακτηρίσει “ερωτική ταινία”, ο περιεχόμενο της ήταν σε όλους άγνωστο, γιατί απλούστατα είναι μια ταινία για εκπαιδευτικούς. Θα αναρωτηθεί κανείς, μα πως είναι μια ταινία για εκπαιδευτικούς, χωρίς να μπορεί να έχουν πρόσβαση ο υπόλοιπος πληθυσμός της χώρας, όταν ο Γ.Γ. του Υπουργείου Παιδείας και το ΙΕΠ με ανακοινώσεις τους υποστηρίζουν ότι η ταινία δεν έχει την έγκριση του Υπουργείου.

Ας γίνει σαφές λοιπόν ότι η ταινία βρίσκεται μαζί με άλλες 92 παιδικές ταινίες στη πλατφόρμα CINEDU του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, στην οποία μπορούν να έχουν πρόσβαση μόνο εκπαιδευτικοί, οι οποίοι στέλνουν αίτημα μέσω της διευθύνσεως του σχολείου τους, με άλλα λόγια ακολουθούν μια σαφώς θεσμική, τυπική διαδικασία. Πως είναι δυνατόν να μην γνωρίζει τίποτα και να μην έχει εγκρίνει τίποτα από αυτά το Υπουργείο και το ΙΕΠ; Δύο είναι τα τινά. ΄Η πρόκειται για πλήρη ανικανότητα και αδιαφορία από την πλευρά τους, ή επικαλούνται άγνοια για να μην ασχοληθούν με την “καυτή πατάτα” της κοινωνίας μας, τα έμφυλα στερεοτύπων και την ομοφυλοφιλίας.

Βέβαια δεν πρέπει να μας ξενίζει αυτό από τα στελέχη της εκπαίδευσης. Δεν φτάνει μόνο η ένταξη “καινοτομιών” στην εκπαίδευση, όπως η εισαγωγή του θέματος της σεξουαλικής αγωγής στα εργαστήρια δεξιοτήτων, επιτεύγματα που μάλιστα τα περιφέρει η Υπουργός Παιδείας στα προεκλογικά γκαλά διαφήμισης της εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης. Χρειάζεται και να μπορείς να υποστηρίξεις τέτοιες ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες στην πράξη και σε αυτό το υπουργείο είναι εντελώς ανεπαρκές εδώ και δύο χρόνια, όπου καλούμαστε οι εκπαιδευτικοί όλων των ειδικοτήτων να ανταπεξέλθουμε μόνοι μας χωρίς κατάλληλη και ουσιαστική επιμόρφωση και χωρίς σοβαρή συμβουλευτική στήριξη.

Δεν ξέρουμε πως φαντάστηκε το Υπουργείο το θέμα της σεξουαλικής αγωγής, αλλά με μεγάλη μας λύπη πρέπει να τους ενημερώσουμε ότι η σεξουαλικότητα δεν εξαντλείται στο ‘άντρας-γυναίκα’. Περιέχει μέσα της εξ’ ορισμού το ζήτημα των σεξουαλικών και κοινωνικών ταυτοτήτων καθώς και των δικαιωμάτων και αυτά πρέπει κάποτε να συζητηθούν και μάλιστα ήδη από τις τάξεις του δημοτικού, όπου τα παιδιά αρχίζουν να γνωρίζουν το σώμα τους, τις ανάγκες τους και απευθύνονται στον δάσκαλο για τις απορίες, τους προβληματισμούς τους, και για την ανάγκη τους να εκφράσουν τη διαφορετικότητά τους μέσα στην μικρή κοινωνία του σχολείου. Πως πρέπει να αντιδράσει εκεί ένας δάσκαλος; Μήπως να κάνει ότι δεν γνωρίζει, όπως κάνουν οι ανώτεροί του στο υπουργείο; ή να παραπέμψει τα παιδιά στο γυμνάσιο, γιατί εκεί υποτίθεται ότι είναι η ηλικία που ανοίγονται αυτά τα θέματα, να μην πιάσει και αυτός την “καυτή πατάτα” από φόβο μη καεί;

Ευτυχώς που υπάρχουν εκπαιδευτικοί και καλλιτέχνες που ανοίγουν τη συζήτηση γνωρίζοντας ότι εκεί έξω θα υπάρξει αντίδραση, η οποία υπογραμμίζει ακριβώς και την ανάγκη και την αξία της παρέμβασής τους.

Ας αναφερθούμε όμως αναλυτικά στην ταινία που πυροδότησε αυτή τη συζήτηση. Μια ταινία εύστοχη και περιεκτική που περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο τον στερεοτυπικό τρόπο σκέψης και δίνει εξ’ αυτού απαντήσεις σε όσα είδαμε να εκτυλίσσονται αυτές τις μέρες.

Η ταινία χαρακτηρίστηκε “ερωτικού περιεχομένου” και ότι “προωθεί την ομοφυλοφιλία”. Όμως αυτή είναι η μετάφραση που έκαναν όσοι διακατέχονται από τέτοιες ακριβώς προκαταλήψεις, και μάλιστα αμέσως μετά το άκουσμα του τίτλου “Αγόρια στο Ντους”, χωρίς ποτέ να την δουν.

Η ταινία ξεκινά μετά την προπόνηση μιας ομάδας 12χρονων αγοριών και με τον προπονητή που προσπαθώντας να τα ενθαρρύνει για τον επόμενο αγώνα ουσιαστικά τα αφιονίζει με κραυγές και πολεμικές κινήσεις συμβατές με το πρότυπο του “άντρα-πολεμιστή”. Στο σημείο αυτό ακούγεται και η πρώτη ατάκα – έναυσμα της ταινίας, από τον προπονητή προς τον Βίγκο – το αγόρι που τόλμησε να μην έχει τη σιγουριά και την ανταγωνιστικότητα που του ζητούν – η ερώτηση “είσαι άντρας ή ποντίκι;”


Αυτό περικλείει ακριβώς και το θέμα της ταινίας, όπως επιβεβαιώνει και ο δημιουργός της, Κρίστιαν Ζέττερμπεργκ. Αυτό που συζητείται καταρχάς δεν είναι η ομοφυλοφιλία αλλά η αρρενωπότητα, το τι σημαίνει κοινωνικά να είσαι “άντρας”, κάτι βέβαια που οδηγεί αναπόφευκτα στο τι σημαίνει “δεν είσαι άντρας” και τι προεκτάσεις μπορεί να έχει αυτή η σύγκρουση για το άτομο και την κοινωνία. Η ταινία κινείται βέβαια στο κοινωνικό-πολιτιστικό περιβάλλον της Σουηδίας, όπου ο αφορισμός που ακούγεται είναι “είσαι άντρας ή ποντίκι;”. Στην Ελλάδα από την άλλη, και κατά κόρον στο ελληνικό σχολείο, αυτό που ακούμε είναι το “είσαι άντρας ή κορίτσι;” και αυτό έχει την ιδιαίτερη σημασία του για τα έμφυλα στερεότυπα και σχέσεις στη χώρα αυτή.

Η ταινία συνεχίζει μετά την προπόνηση όπου οι δύο φίλοι κάνουν σάουνα, μια ομαδική δραστηριότητα ενταγμένη στην κουλτούρα των Σουηδών από την πολύ πρώιμη παιδική τους ηλικία. Εκεί τα δυο αγόρια καλούνται να σκεφτούν και να διαχειριστούν το ερώτημα του προπονητή συγκρίνοντας τα χαρακτηριστικά που τους κάνουν να είναι άντρες, μύες, τριχοφυΐα, δύναμη, μαγκιά (ο Νόελ ψάχνει για αλκοόλ, γιατί αυτό κάνουν οι άντρες, αλλά τελικά βρίσκει μόνο μπουκάλια σόδας), εμπειρίες και θάρρος.

Ο Νόελ προτείνει ένα παιχνίδι προκλήσεων με στόχο τον ανταγωνισμό και την υπεροχή, όπου προκύπτει η ερώτηση “έχεις φιλήσεις;”. Ο Νόελ που έθεσε την ερώτηση πίνει επιδεικτικά μια γουλιά από τη σόδα. Ο Βίγκο, το “ποντίκι”, αναρωτιέται “γιατί πρέπει να ανταγωνιζόμαστε;”. Σε αυτό το σημείο και έχοντας ξεπεράσει τόσα εύστοχα και σημαντικά ερωτήματα βρίσκεται η σκηνή που μόνο με το άκουσμά της εξαγρίωσε τον Έλληνα δημοσιογράφο, θεατή και γονιό. Βρίσκουμε το φιλί, ένα μη ερωτικό φιλί, ένα απλό άγγιγμα των χειλιών, ουσιαστικά μια επίδειξη της εμπειρίας του Νόελ στον άπειρο Βίγκο. Στην ερώτηση μάλιστα του Νόελ κατά τη διάρκεια του φιλιού προς τον φίλο του “τι νιώθεις;” η απάντηση του φίλου του είναι “τίποτα”. Μετά το παιχνίδι προκλήσεων που πρόσκαιρα όρθωσε έναν τοίχο ανταγωνιστικότητας μεταξύ των παιδιών, αυτά ξαναβρίσκουν την παιδική τους αφέλεια και τρέχουν με παιχνίδια και αθώα πειράγματα να κάνουν ένα ντους, όπως συνηθίζεται μετά τη σάουνα. Και εκεί έρχεται άλλη μια φορά η φωνή ενός άλλου ενηλίκου, του πατέρα του Νόελ, να διακόψει την παιδικότητα, να ενοχοποιήσει και να σύρει τα παιδιά στον περιχαρακωμένο κόσμο των μεγάλων με την αυστηρή ερώτηση “τι; κάνετε μαζί μπάνιο;”. Είναι σαν ο κόσμος των μεγάλων να εισβάλλει και να μολύνει την παιδικότητα ερμηνεύοντας τα πάντα με τρόπο ενοχικό και τραυματικό. Η ταινία κλείνει με τη συνομιλία των δύο πατεράδων στο τηλέφωνο, καθώς ο πατέρας του Νοέλ, του παιδιού που έχει ήδη δυστυχώς εσωτερικεύσει κάποιες από τις στερεοτυπικές αντιλήψεις του πατέρα του, εκφράζει τις ανησυχίες του στον πατέρα του Βίγκο για το ότι τα δύο αγόρια κάνουν ντους μαζί, μόνο για να πάρει την απάντηση “νομίζω ότι αυτό πρέπει να το αποφασίσουν αυτά.” Και έτσι ακριβώς είναι. Η ταινία τελειώνει με την αντιπαράθεση δύο στάσεων, δύο ιδεολογιών που πρέπει να αντιπαρατεθούν για να έρθει η κοινωνική αλλαγή.

Τα στερεότυπα, οι προκαταλήψεις, η ομοφοβία, ο μισογυνισμός, όλα αυτά είναι προβλήματα βαθιά ιδεολογικά και έτσι ακριβώς αναπαράγονται με ιδεολογικό τρόπο από τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς. Είναι επίσης ζητήματα που συνοδεύονται άμεσα με άλλα στοιχεία κοινωνικής παθογένειας, όπως ο ρατσισμός, η βία, ο κοινωνικός αποκλεισμός και εκφοβισμός, το ρατσιστικό έγκλημα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο δικηγόρος της οικογένειας είναι αυτός που εκπροσώπησε στο δικαστήριο τον πρώην εκπρόσωπο της Χρυσής Αυγής στη βουλή, Κασιδιάρη. Δεν είναι τυχαίο που σε συνέντευξη του σε κανάλι απεφάνθη ότι “δεν έχει σημασία αν η ταινία είναι βραβευμένη. Δεν ξέρουμε ποιοι είναι στην επιτροπή”. Ίσως ο δικηγόρος δεν έχει κάνει την απαραίτητη έρευνα ακόμα, για να δει ότι η ταινία δεν έχει ένα βραβείο άλλά 6 βραβεία και μάλιστα από διαφορετικές επιτροπές και χώρες, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάτι καλό υπάρχει εδώ και όχι απλά κάποια θεωρία συνωμοσίας. Από την άλλη βέβαια απορούμε αν την έχει δει πραγματικά την ταινία, χωρίς τα μυωπικά γυαλιά της προκατάληψης, γιατί αναφέρθηκε σε “ανήλικους άρρενες που επιδίδονται σε θωπείες και φιλιά”, κάτι που δεν ισχύει σε καμία περίπτωση!

Εν κατακλείδι, πρόκειται για μια εξαιρετική ταινία που θα έπρεπε να είναι ανοικτή σε όλη την κοινωνία, στο σχολείο και στην οικογένεια. Προς το παρόν πέφτει στις πλάτες των εκπαιδευτικών να αναδείξουν όλα αυτά που πονάνε, να υπερασπιστούν το δικαίωμα της ελευθερίας και του αυτοπροσδιορισμού, να προάγουν την πραγματική αποδοχή του Άλλου και όχι απλά την ανοχή του, να βγάλουν το κεντρί της προκατάληψης και να αποενοχοποιήσουν τα παιδιά μας, να σταματήσουν τη στοχοποίηση και τον εκφοβισμό στη βάση αταβιστικών, επικίνδυνων προτύπων.

Μπορεί να είμαστε μόνοι μας με μια πολιτική ηγεσία που σκέφτεται μόνο το πολιτικό κόστος, προσκολλημένη στη συντήρηση και στα μικροπολιτικά συμφέροντά της, αλλά μέσα από την κοινότητα των εκπαιδευτικών, μέσα από τις συλλογικότητες στο σχολείο και στον ευρύτερο χώρο μας μπορούμε και οφείλουμε να ανοίγουμε πάντα τη συζήτηση με θάρρος.

Γι αυτό είμαστε με τη δασκάλα.

Πηγή: selidodeiktis

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Καθηγητής Κοινωνικής Εργασίας μας μιλά για την ιδρυματοποίηση της παιδικής προστασίας

Καύσιμα: Στα επίπεδα προ του πολέμου οι τιμές- Μειωμένη η ζήτηση για βενζίνη

Υπάρχει ανεξάρτητη πολιτική;

Ο ΔΗΜΟΣ ΠΑΡΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΙ & ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΙ

Προσεγγίζοντας και αναλύοντας τις πολιτικές δυνάμεις του νησιού μας: ΜΕΡΑ25