ΙΣΟΑΠΟΣΤΑΚΙΣΜΟΣ, του Γιάννη Γεωργούση
Γίνεται λόγος στις μέρες μας για «ισοαποστακισμό»: ένας πολιτικός νεολογισμός. Ένας φρέσκος πολιτικός όρος, που του λείπει ο γούστος και η καλή αισθητική. Απορρίπτεις τη βία από όπου και αν προέρχεται: είσαι ισοαποστάκης. Καταδικάζεις τόσο τη βία του στρατού και του κράτους του Ισραήλ όσο και τη βία της Χαμάς και της Τζιχάντ; Είσαι ισοαποστάκης. Έχω αναφερθεί αλλού στο πλεονέκτημα του να καταδικάζεις τη βία από όπου και αν προέρχεται: αυτή η κριτική στοχεύει στα μέσα και δεν είναι επενδυμένη με μεταφυσικές, ιδεολογικές, θεολογικές κ.ά. αγκυλώσεις. Ο κοινωνιολόγος M. Weber πρωτοπόρησε, γιατί όρισε το κράτος με τα μέσα του: μονοπώλιο της νόμιμης χρήσης βίας. Όσο για τον ιστορικό φιλοσοφίας A.C. Grayling, στο κεφάλαιο που αναφέρεται στο Μαρξ, γράφει: «ας φανταστούμε ότι το πολιτικό φάσμα είναι μια βέργα που λυγίζει μέχρις σημείου τα άκρα της να ενωθούν και να ταυτιστούν ως προς τα πρακτικά τους αποτελέσματα, διαφέροντας μόνο ως προς τη ρητορική που χρησιμοποιούν» (Grayling, A.C., Η ιστορία της φιλοσοφίας, Πατάκης, 2021). Παρέθεσα το σχόλιο αυτό του φιλοσόφου, γιατί αυτή η συζήτηση άνοιξε με τη λεγόμενη «θεωρία των δύο άκρων». Αν καταδικάσεις τον εξτρεμισμό γενικά, λένε κάποιοι ότι αποδέχεσαι ότι ο κομμουνισμός και ο φασισμός είναι δύο ιδεολογίες, από τις οποίες παίρνεις ίσες αποστάσεις.
Υπάρχουν ιστορικές και πολιτικές καταστάσεις όπου δεν γίνεται να μένεις «ισοαποστάκης». Είναι άμεσα πιεστικές και επείγουσες. Μια τέτοια ιστορική περίπτωση κατά τον καθηγητή μου Κύρκο Δοξιάδη (σε μια από τις διαλέξεις στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, κατεύθυνση Πολιτικής Ανάλυσης το 2004) ήταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Τότε είχες δύο επιλογές: ή να συστρατευτείς με τον Άξονα ή με την Αντάντ. Όπως γράφει και ο Τίτος Πατρίκιος στο έργο του «Ο πειρασμός της νοσταλγίας»:
Ο «ισοαποστακισμός» όμως μπορεί να έχει και επικίνδυνες συνέπειες, που μπορούν να πάρουν πολύ βλαβερή τροπή: Μπορεί να οδηγήσει στον κομφορμισμό. Το να είσαι «ελεύθερος σκοπευτής» μπορεί να σημαίνει ότι είσαι κοινωνικά παραιτημένος, ότι δεν παίρνεις μέρος στις ιδεολογικές/πολιτικές διαμάχες/συγκρούσεις. Ότι είσαι βολεμένος στο μικρόκοσμό σου, απαθής. Είναι μια ουδετερότητα όχι ηθική, αλλά μια ουδετερότητα που επιδιώκει μια ζωή καλή, άνετη, ανεύθυνη, «ωχαδερφιστική». Είναι μια ομολογία ατομικής ευημερίας και μια άρνηση του να έρθεις σε επαφή με τα προβλήματα των άλλων.
Ο ισοαποστακισμός είναι επίσης μια πολιτική ένταξη και μια πολιτική επιλογή. Είναι όμως με μορφή κεκρυμμένη, λανθάνουσα και υπονοεί υπεκφυγές. Δεν θέλεις να πάρεις μερίδιο ευθύνης, έτσι γίνεσαι κριτικά άτρωτος, ενώ παράλληλα ευνοείς μια συγκεκριμένη πολιτική θέση με τρόπο μυστικό και αδήλωτο.
Αυτό μπορεί με τη σειρά του να οδηγήσει σε έναν «κοινωνικό αυτοματισμό» και σε έναν «κοινωνικό δαρβινισμό», όπου οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που υπερτερούν οργανωτικά, οικονομικά και πολιτικά θα επιβάλουν τελικά τις απόψεις τους σε πιο αδύναμες κοινωνικές δυνάμεις.
Ο κλασικός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ (Max Weber) όρισε το κράτος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ως μια ένωση ανθρώπων, οργανισμό που κατέχει στα πλαίσια μιας εδαφικής επικράτειας το μονοπώλιο στη νόμιμη χρήση της φυσικής βίας. Ορίζοντας το κράτος με αυτόν τον τρόπο, με τα μέσα επιβολής του, ήτοι τη φυσική βία, εξοβέλισε υπερφυσικές, μεταφυσικές, ηθικολογικές, θεολογικές και άλλες αιτιάσεις του φαινομένου του κράτους.
Με το να καταδικάζει κανείς τη βία από όπου κι αν προέρχεται είναι σαν αποδοκιμάζει τα μέσα και τα αποτελέσματα και όχι τις προθέσεις της βίας. Υποτίθεται ότι η αριστερά έχει αγαθές προθέσεις στο πίσω μέρος της ατζέντας της, αλλά πρακτικά πολλές φορές ξεπερνά σε χυδαιότητα και βία ακόμα και τη δεξιά.
Βέβαια, αυτή η άποψη μπορεί να λειτουργήσει ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, μπορεί να οδηγήσει σε παθητικότητα και απάθεια. Η έννοια της βίας είναι πολιτική και έχει ιστορική ισχύ. Η βία δεν είναι απολίτικη. Πάντα λαμβάνει χώρα σε ένα θεσμοθετημένο κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον. Σ' ένα περιβάλλον πολιτιστικό-θρησκευτικό, γεωγραφικό, όπως και να έχει σε ένα συγκεκριμένο χωρικό, χρονικό και «τροπικό» περιβάλλον. Μπορεί αυτό να μη γίνεται αντιληπτό εκ πρώτης όψεως και με μια επιφανειακή ματιά, αλλά οι σύγχρονοι αναρχικοί και ριζοσπάστες μουσουλμάνοι δεν κινούνται μονάχα σε ένα ήδη διαμορφωμένο πολιτικό πλαίσιο, αλλά έχουν και πολιτικές στοχεύσεις. Δυστυχώς, η κυρίαρχη σχολή δημοσιογραφίας χάνεται μέσα στο θέαμα και τις εικόνες και δεν δίνει στο πλατύ κοινό να καταλάβει τις αιτίες, τις αφορμές και άλλα προβλήματα.
Καμιά φορά, η παραπάνω στάση
ενδέχεται να γίνει πιο «κυνική» από την ίδια τη βία. Ένα σχόλιο που έχω δει
συχνά σε πολιτικά fora είναι ότι δεν πρέπει να τηρείς την ίδια απόσταση από το
θύτη και το θύμα. Αλλά για να κρίνεις ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης δεν
λαμβάνεις πάλι μια πολιτική απόφαση;
Εν κατακλείδι, είναι κάποιες φορές
που η πραγματικότητα και οι πρακτικές συνθήκες μας καλούν να διαλέξουμε ένα
στρατόπεδο, να είμαστε σαφείς και στρατευμένοι. Υπάρχουν όμως και φορές που το
να καταδικάζεις τη βία από όπου κι αν προέρχεται είναι η καλύτερη δυνατή λύση
σε υφιστάμενο πλαίσιο. Πρέπει να υπολογίσεις, πριν αποφασίσεις αν θα πάρεις
θέση και τι θέση τελικά θα πάρεις, παράγοντες πολιτικούς, κοινωνικούς και
ιστορικούς, όπως π.χ. το κόστος, τις συνέπειες σε μια κοινωνία, τις πιθανές εναλλακτικές
κτλ.