ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ: ΤΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑ

 


Του Γιάννη Γεωργούση


Είναι σίγουρο ότι το πολιτικό σύστημα πάσχει από έλλειμμα δημοκρατίας. Είναι σίγουρο ότι χρειαζόμαστε μια πιο συμμετοχική δημοκρατία. Είναι σίγουρο ότι πολιτικά μοντέλα, όπως αυτό της Ελβετίας είναι πιο δίκαια (ακόμα και στην Κούβα, αν παρακολουθήσει κάποιος τις τελευταίες εξελίξεις). Είναι σίγουρο ότι στην Ελλάδα χρειαζόμαστε περισσότερη αμεσότητα στη λήψη αποφάσεων. Από εκεί και πέρα, τα δημοψηφίσματα, που είναι μια αμεσοδημοκρατική μορφή συναπόφασης, έχουν τα θετικά και τα αρνητικά τους.

Αν γινόντουσαν πιο συχνά δημοψηφίσματα, ο «λαός» θα είχε κίνητρα να εξέλθει από την απάθεια. Η διαπλαστική και διαπαιδαγωγική τους δράση θα ευνοούσε ενδεχομένως τις ζυμώσεις και τη διαβούλευση. Σε κρίσιμα θέματα, ο λαός θα γινόταν ο νομοθέτης και θα ξεπερνιόταν το πρόβλημα αλληλοεπικάλυψης νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας που παρατηρείται. Ο «λαός» θα είχε άποψη, θα ήταν υπολογίσιμος και η κάθε εξουσία θα μετατρεπόταν σχεδόν σε καταπίστευμα, ανακλητή και ευάλωτη σε πιέσεις, αναγκασμένη να λογοδοτεί. Η δημοκρατία, χωρίς να χάνει την αντιπροσωπευτική της μορφή, θα εμπλουτιζόταν. Ο πολίτης θα είχε κίνητρο να συμμετέχει και να αποφασίζει. Επίσης θα ήταν πιο ισχυρή η άποψή του και πιο πιθανές οι αλλαγές, που πολλές φορές αναζωογονούν τη δημοκρατία. Ενδεχομένως, η δημοκρατία θα βελτιωνόταν και ποιοτικά εκτός από ποσοτικά, χάρη στη συμμετοχή, τις ζυμώσεις, τη διαβούλευση, την ώσμωση, τις συμμαχίες και τις συνεργασίες. Η αλαζονεία των εξουσιαστών θα μετριαζόταν σε καίριο βαθμό. Φαινόμενα όπως η ασυδοσία, η διαφθορά και η κατάχρηση εξουσίας θα μπορούσαν όχι μόνο να γίνουν αντικείμενο κριτικής, αλλά και αλλαγής. Οι νόμοι, ως πολιτικό προϊόν του νομοθετικού σώματος (του λαού), θα είχαν μεγάλο βαθμό νομιμοποίησης. Οι νόμοι, όπως ψηφίζονται σήμερα, είναι τελικά αποκλειστικό προϊόν της εκτελεστικής και όχι της νομοθετικής εξουσίας. Η ανομία και  η έλλειψη νομιμότητας ίσως αμβλύνονταν. Ο «λαός» θα ερχόταν πιο κοντά, εκτός από «πολιτικά», ίσως και ατομικά. Υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να βελτιώνονταν και οι διαπροσωπικές σχέσεις και να γίνονταν ευκολότερες, με περισσότερο βάθος και ποιότητα. Οι αποφάσεις της απόλυτης πλειοψηφίας θα γίνονταν δεκτές και θα ήταν ωφέλιμες, σε περίπτωση που οι μειοψηφούσες απόψεις θα ήταν σεβαστές. Η δημοκρατία θα είχε περισσότερες προϋποθέσεις να μετατραπεί σε κοινωνική δημοκρατία και να εμπλουτίσει και τον ποιοτικό-κοινωνικό της χαρακτήρα. Η μεγαλύτερη συμμετοχή ίσως οδηγούσε σε καλύτερες συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο «λαός» θα είχε ανάγκη, κίνητρο και συμφέρον να ενημερώνεται περισσότερο. Θα απομυθοποιούνταν μάλλον πολλά ζητήματα που δεν έχουν σχέση με τους θεσμούς, αλλά γενικότερα με τους ανθρώπους και τις δυσκολίες της κοινωνικής συνύπαρξης.

 Από την άλλη, σε χώρες με έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας-συναίνεσης (όπως είναι και η Ελλάδα), τα πολλά δημοψηφίσματα ίσως είχαν αρνητικό αντίκτυπο. Επίσης, οι τεχνοκράτες και οι διαχειριστές, γνωρίζουν συχνά καλύτερα τα θέματα οικονομίας από αυτούς που υφίστανται, άδικα έστω, μέτρα. Η ανακεφαλαίωση των τραπεζών δεν έγινε για να σώσουν κάποιοι τις τράπεζες (θεωρία συνωμοσίας), αλλά γιατί οι σύγχρονες οικονομίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς τραπεζικό σύστημα. Το κόστος συναλλαγών χωρίς τις τράπεζες είναι τεράστιο (βλ. Περικλής Γκόγκας «Οικονομικά για μη ειδικούς», εκδόσεις Κριτική). Οι δημοψηφισματικές αποφάσεις ίσως εδραίωναν την τυραννία της πλειοψηφίας πάνω στις μειοψηφίες, όπως είχε φοβηθεί ο Αλεξίς Ντε Τοκβίλλ. Εξάλλου δεν είναι σίγουρο ότι μια απόφαση του «λαού» θα είναι και ορθή. Αν, π.χ., μια απόφαση στραφεί κατά των ατομικών δικαιωμάτων κάποιων μειονοτήτων; Η πλειοψηφία δεν φέρνει πάντα δικαιοσύνη, ατομική, πολιτική ή και κοινωνική. Επιπλέον, έπειτα από κάποιο σημείο θα υπήρχε κορεσμός και ενδεχομένως εμφανίζονταν προβλήματα διατήρησης της λειτουργικότητας της συμμετοχικής δημοκρατίας. Ακόμη, ίσως η «πιο άμεση» δημοκρατία δεν θα ευνοούσε απαραίτητα τη διάσκεψη, τη διαβούλευση και το διάλογο, αλλά διάφορες ομάδες πίεσης, «καρτέλ» συμφερόντων, οικογένειες και σόγια, επίδοξους δημαγωγούς. Επιπρόσθετα, η μεγάλη συμμετοχή είναι συνήθως δυσκίνητη, αναποτελεσματική και βαρετή. Απαιτείται μια διαρκής κινητοποίηση και ενημέρωση των μαζών. Αυτό εξαρτάται βέβαια από το βαθμό της εκάστοτε συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Ένα ακόμα πρόβλημα θα ήταν το εξής: ο «λαός» συμπεριφέρεται πολύ συχνά εν βρασμώ, με βάση το θυμικό και θα μπορούσε να παρακάμψει αποφάσεις και μεταρρυθμίσεις, όχι «λαοφιλείς», αλλά τελικά και μακροπρόθεσμα δίκαιες και αποτελεσματικές. Μια, τέλος, αντίρρηση, που προέρχεται από συντηρητικούς κυρίως κύκλους, υποστηρίζει ότι οι μάζες χρειάζονται πάντοτε κάποιες ελίτ να τις καθοδηγούν, γιατί είναι άβουλες, ευμετάβλητες, ανημέρωτες και αδύναμες.


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Καθηγητής Κοινωνικής Εργασίας μας μιλά για την ιδρυματοποίηση της παιδικής προστασίας

Καύσιμα: Στα επίπεδα προ του πολέμου οι τιμές- Μειωμένη η ζήτηση για βενζίνη

Υπάρχει ανεξάρτητη πολιτική;

Ο ΔΗΜΟΣ ΠΑΡΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΙ & ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΙ

Προσεγγίζοντας και αναλύοντας τις πολιτικές δυνάμεις του νησιού μας: ΜΕΡΑ25