"Η λογοτεχνία της διπλανής πόρτας"
Του Γιώργου Κυριαζή
Ο υπνοβάτης
Το μωρό είχε βγάλει τα δύο μπροστινά δοντάκια σκαστά και ίσα που την ενοχλούσαν ελαφρά όταν τη θήλαζε στην αγκαλιά της. Έβαλε το δάκτυλό της στη θηλή και πήρε μια σταγόνα από το γάλα της που έσταζε, το έφερε προς το στόμα, το μύρισε και το έβαλε στη γλώσσα της, ήταν χλιαρό και είχε γεύση γάλατος. Έδωσε ξανά τη θηλή στο μωρό της και ένιωσε ολοκληρωμένη στη ζωής της.
Μέχρι τώρα το μικρότερο πλάσμα που είχε κρατήσει στην αγκαλιά της ήταν η γάτα της.
Η μικρή είχε όνομα, Ευτυχία, ήταν το μωρό της, η κορούλα της και ήταν η δυνατότερη ψευδαίσθηση μέχρι τώρα στη ζωή της. Συνέχισε να δοκιμάζει το γάλα της σε κάθε θηλασμό.
Η ζωή του είχε αλλάξει αλλόκοτα, στην ακμή του συμβιβασμού, όταν όλα πήγαιναν καλά έγινε η παράλογη αλλαγή.
Όλα αντιστράφηκαν. «Ξύπναγε» το βράδυ και ζούσε τη ζωή του στα όνειρά του, το πρωί «κοιμόταν» και πήγαινε στη δουλεία του. Κοιμόταν σε όλες τις δραστηριότητες της συνηθισμένης ζωής του, συμμετείχε κοιμώμενος, για την ακρίβεια υπνωτισμένος, σε κάθε κατασκευασμένη, οργανωμένη ή τυχαία στιγμή της ζωής. Το βράδυ ξύπναγε και ζούσε αληθινά στα όνειρά του. Στην αρχή πίστεψε ότι τρελάθηκε, μετά κατάλαβε ότι έτσι ζούσαν γύρω του, υπνωτισμένοι και εθισμένοι σε μιά ιδιότυπη παραισθητική πραγματικότητα μακριά από την αληθινή. Από κάποιο λάθος στον προγραμματισμό συνειδητοποίησε τι είναι πλαστό, τι φανταστικό και τι ψευδές.
Ένιωθε εγκλωβισμένος σε μια ιδιωτική, μοναχική εμπειρία ζώντας παράλληλα σε τρείς ζωές, των ονείρων, την υπνωτισμένη και την συνειδητή. Συμπεριφερόταν σχεδόν φυσιολογικά προσπαθώντας να μην αντιληφθεί κανείς την πραγματικότητα που αυτός βίωνε. Με τον καιρό ανακάλυψε και άλλους που είχαν παρόμοια αντίληψη και έφτιαξαν μια μικρή κοινότητα παράλληλη με την πλαστή.
Παντρεύτηκε έκανε ένα κοριτσάκι που το ονόμασαν Ευτυχία, με αυτό τον τρόπο συνδέθηκε συναισθηματικά με τις ψευδαισθήσεις.
Μπήκε στο πλοίο των ψευδαισθήσεων με στόχο να ανακαλύψει το λιμάνι της ζωής της.
Πρώτο λιμάνι, «προσωπική ικανοποίηση», σκέφτηκε και αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι.
Δεύτερο λιμάνι, «οι ηδονές του κόσμου», συνέχισε.
Επόμενο, το λιμάνι «νίκης, δόξας και αναγνώρισης» σκέφτηκε λίγο και συνέχισε το ταξίδι.
Επόμενο λιμάνι «της μοναξιάς και της ολοκλήρωσης» ούτε εκεί κατέληξε.
Επόμενο μετά από μεγάλο ταξίδι το λιμάνι «του χρήματος, των συναισθημάτων, της καλοσύνης και του πολιτισμού» προβληματίστηκε γιατί αυτά είναι μαζί και συνέχισε.
Επόμενο το λιμάνι «του φόβου και της ελπίδας» αδιαφόρησε και συνέχισε το ταξίδι.
Λίγο μετά ανακοινώθηκε ότι: -σε λίγο το πλοίο φτάνει «στο λιμάνι της εξουσίας και της ευτυχίας», οι επιβάτες με προορισμό κτλ να ετοιμάζονται για αποβίβαση.
Η Ευτυχία σηκώθηκε υπνωτισμένη πήρε τις αποσκευές και τα προσωπικά της αντικείμενα και ετοιμάστηκε να αποβιβαστεί στην τελική ψευδαίσθηση όπως ήταν προγραμματισμένο να κάνει.